- ψυχοφυσικός
- -ή, -όεπίρρ. -ά1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στις ψυχικές και στις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου συνάμα.2. το αρσ. ως ουσ., ψυχοφυσικός ο επιστήμονας που μελετά τις σχέσεις μεταξύ σωματικών και ψυχικών λειτουργιών στον άνθρωπο.3. το θηλ. ως ουσ., ψυχοφυσική η επιστήμη που μελετά τις ψυχικές και τις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.